Posts
Andreas Chrysopoulos
.Καταχωρήθηκε στο Που μας οδήγησαν
Έχουμε πλατύτερους δρόμους, αλλά φτηνότερες αντιλήψεις. Ξοδεύουμε πολλά, αλλά έχουμε λίγα. Αγοράζουμε πολλά, αλλά απολαμβάνουμε λίγα. Έχουμε μεγαλύτερα σπίτια, αλλά μικρότερες οικογένειες. Περισσότερες ανέσεις, αλλά λιγότερο χρόνο. Έχουμε περισσότερα πτυχία, αλλά λιγότερους λογικούς ανθρώπους. Περσότερη γνώση, μα λιγότερη κρίση. Εχουμε πολλούς ειδήμονες, αλλά και περισσότερα προβλήματα. Πολλαπλασιάσαμε τα υπάρχοντα μας, αλλά μειώσαμε της αξίες μας. Μιλάμε πολύ αγαπάμε σπάνια, και μισούμε πιο συχνά. Μάθαμε πώς να εξασφαλίζουμε προς το ζην, αλλά δεν μάθαμε να ζούμε. Υπάρχουν περισότερα τρόφιμα, αλλά η χειρότερη διατροφή. Προσθέσαμε χρόνια στην ζωή μας, αλλά όχι ζωή στα χρόνια μας. Φτάσαμε ως το φεγγάρι, αλλά δυσκολευόμαστε να διασχίσουμε έναν δρόμο, για να συναντήσουμε τον γείτονα μας. Κατακτήσαμε το διάστημα, αλλά χάσαμε τον δικό μας πλανήτη. Διασπάσαμε το άτομο, αλλά όχι της προκαταλήψεις. Έχουμε περισσότερα εισοδήματα, αλλά χαμηλότερες ηθικές αξίες. Ζούμε στην εποχή των υψηλών κερδών, και τον ρηχών ανθρώπινων σχέσεων. Η βιτρινα της ζωής μας, φαίνεται πλούσια και γεμάτη, η αποθήκη της όμως, έρημη και αδειανή.
Και ποιος δεν το έχει κάνει. Με το που βρισκόμαστε απέναντι σε ένα μωρό είναι σαν να χάνουμε την ικανότητα να σχηματίσουμε κανονικές προτάσεις. Φράσεις όπως «άχου μωρέ» και «γούτσου γούτσου» συνήθως δεν περιλαμβάνονται στο λεξιλόγιο ενός ενήλικα εκτός εάν απευθύνεται σε βρέφος ή σε… σκύλο. Πολλοί άνθρωποι μιλούν στους σκύλους με τον ίδιο τρόπο που μιλούν σε μικρά παιδιά.  Πώς έγινε η έρευνα  Ερευνητές ανακάλυψαν τώρα τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τη «μωρουδιακή» γλώσσα όχι τόσο ως αντίδραση στη θέα ενός γλυκού μωρού ή σκύλου, αλλά ως τρόπο επικοινωνίας με κάποιον που δεν μπορεί να μιλήσει ή καταλαβαίνει μόνο μετά δυσκολίας.  Στο πλαίσιο της έρευνας η ομάδα του επιστήμονα Τόμπι Μπεν-Άντερετ από το City University της Νέας Υόρκης έδειξε σε 30 γυναίκες εικόνες κουταβιών, ενήλικων και υπερήλικων σκύλων. Οι γυναίκες έπρεπε να ανταποκριθούν σ' αυτές τις φωτογραφίες με κάποιον χαρακτηριστικό χαιρετισμό όπως «Γεια σου γλυκούλι», «Έλα εδώ αγάπη μου», «Είσαι πολύ καλός» κλπ. Οι ερευνητές ηχογράφησαν τις αντιδράσεις των γυναικών για να τις αναλύσουν αργότερα. Στο δεύτερο κομμάτι της έρευνας οι επιστήμονες έβαλαν σε σκύλους διαφόρων ηλικιών να ακούσουν τα ηχογραφημένα.  Τα κουτάβια ακούν στα «μωρουδίστικα»  Η έρευνα έδειξε ότι τα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη μιλούσαν στους σκύλους όλων των ηλικιών όπως σε μικρά παιδιά. Ωστόσο όταν απευθύνονταν σε κουτάβια, η φωνή γινόταν λίγο ακόμη πιο ψηλή. Και στο δεύτερο μέρος της έρευνας όμως φάνηκε ότι κυρίως τα κουτάβια αντιδρούσαν περισσότερο στην «μωρουδίστικη» γλώσσα. Αντιδρούσαν πιο γρήγορα στο άκουσμα των ηχογραφημένων, πλησίαζαν πιο γρήγορα στα ηχεία και αφιέρωναν περισσότερο χρόνο απ' ότι τα μεγαλύτερα σε ηλικία σκυλιά.  Αντίθετα, οι σκύλοι μεγαλύτερης ηλικίας δεν αντιδρούσαν τόσο έντονα και ο ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι σκύλοι έμαθαν κατά τη διάρκεια της ζωής τους να αγνοούν ανθρώπινους ήχους που δεν προέρχονται από τα αφεντικά τους.  Ωστόσο παραμένει το ερώτημα γιατί μιλάμε «μωρουδίστικα» με τους σκύλος. Η επιστημονική ομάδα κάνει λόγο για μια γενικότερη παρόρμηση όταν πρόκειται να επικοινωνήσουμε με ζώα. Μάλιστα το πρόσωπο ενός κουταβιού εντείνει ακόμη περισσότερο αυτή την παρόρμηση και ξυπνά αισθήματα προστατευτικότητας η οποία αντικατοπτρίζεται και στον τρόπο ομιλίας.
Σύμφωνα με το μύθο, ο Οιδίποδας εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του διότι ο χρησμός της γέννησής του έλεγε πως όταν μεγάλωνε θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν την μητέρα του. Όταν ο Οιδίποδας ενηλικιώθηκε, εγκατέλειψε τη θετή του οικογένεια. Στο δρόμο του συνάντησε ένα ηλικιωμένο άνδρα και τον σκότωσε, αγνοώντας πως ήταν ο πατέρας του ( Λάιος ).  Αργότερα παντρεύτηκε εν αγνοία του, τη μητέρα του ( Ιοκάστη). Όταν έμαθε τι είχε κάνει, αυτοτυφλώθηκε. Ο Freud, πατέρας της ψυχανάλυσης, βασίστηκε σε αυτόν τον μύθο και εισήγαγε το οιδιπόδειο σύμπλεγμα ως καθοριστικό παράγοντα στην ανάπτυξη ενός παιδιού αλλά και στις μετέπειτα ενήλικες σχέσεις του. Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα ξεκινά στην ηλικία των 2 ετών, όπου και το παιδί προσπαθεί να διεκδικήσει αλλά και να βρει τη θέση του μέσα στο τρίγωνο, πατέρας- μητέρα – παιδί. Το παιδί σε αυτό το στάδιο έρχεται αντιμέτωπο για πρώτη φορά στη ζωή του με προσεξουαλικά ένστικτα. Συγκεκριμένα, το αγόρι αρχίζει να διεκδικεί σεξουαλικά τη μητέρα και νιώθει ανταγωνισμό προς το πατέρα. Το αντίστροφο συμβαίνει με το κορίτσι. Για να λυθεί το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, το αγόρι θα πρέπει να ταυτιστεί με το πατέρα και να πάψει να βλέπει τη μητέρα σαν σεξουαλικό αντικείμενο. Το ίδιο θα συμβεί και με το κορίτσι, αντιστοίχως. Πιο συγκεκριμένα, το αγόρι θα βιώσει το άγχος του ευνουχισμού και το κορίτσι το φθόνο του πέους, μέσα από φυσιολογικές διαδικασίες. Το σημάδι που δείχνει ότι το σύμπλεγμα έχει επιτυχώς επιλυθεί είναι το αίσθημα ντροπής που νιώθουν τα παιδιά που υποδηλώνεται μέσα από συμπεριφορές όπως, ντροπή να κυκλοφορεί γυμνό, να μην θέλουν να το δουν χωρίς ρούχα κ.α. Κατά τη διάρκεια λοιπόν αυτού του σταδίου, το παιδί αποκτά ταυτότητα και αφομοιώνει χαρακτηριστικά κυρίως από το γονέα του ίδιου φύλου. Συγχρόνως διαμορφώνει τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, αναζητώντας στον υποψήφιο σύντροφο χαρακτηριστικά ίδια συνήθως με το γονέα του αντίθετου φύλου. Εδώ θα αναρωτηθείτε γιατί για παράδειγμα, άντρες που έχουν μια μητέρα γεματούλα παραδοσιακή νοικοκυρά, εκείνοι ψάχνουν ψηλές αδύνατες, μοντέρνες γυναίκες. Οι διαδικασίες αυτές δεν εννοούνται με τον απόλυτο τρόπο και λειτουργούν υποσυνείδητα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι επιλέγουμε συντρόφους όπου μας θυμίζουν κάτι οικείο. Αυτό το οικείο είναι η οικογένεια μας και οι σχέσεις των γονιών μας. Οι εμπειρίες της παιδικής μας ηλικίας μπορούμε να πούμε πως είναι σαν τατουάζ χαραγμένο στη ψυχή μας και θα το κουβαλάμε για πάντα μαζί μας, ακόμη και στις σχέσεις μας. Αν για παράδειγμα, η σχέση με τον πατέρα μας χαρακτηριζόταν από συναισθηματική απομάκρυνση, τότε πολύ πιθανό και ο σύντροφος που θα διαλέξουμε να είναι απόμακρος και να μας πληγώνει. Το ίδιο και με τη μητέρα. Αν η σχέση μας μαζί της ήταν συναισθηματικά υγιής, τότε είμαστε σε θέση να αναγνωρίζουμε τη πραγματική αγάπη και τη καλή σχέση και να μένουμε ή να φεύγουμε αν κάτι δεν μας αρέσει. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου κάποια άτομα ενώ είχαν έναν πατέρα απόμακρο, βίαιο, αλκοολικό κ.λ.π. να αποφεύγουν να κάνουν σχέση με άτομα τα οποία μοιάζουν στο πατέρα τους και να καταλήγουν να είναι με ένα σύντροφο ο οποίος μπορεί να μην έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με το πατέρα αλλά να έχει παρόμοια. Με άλλα λόγια , το άτομο  βιώνει τα ίδια συναισθήματα τα οποία βίωνε και με τη σχέση του με το πατέρα ( ανασφάλεια, άγχος, ματαίωση). Στο άλλο άκρο, αν υπήρχε μια καλή και σταθερή σχέση με το πατέρα, το άτομο θα ήταν σε θέση να καταλάβει σχεδόν αμέσως αν ο σύντροφός του μπορεί να τον κάνει ευτυχισμένο. Δηλαδή δεν θα ανεχόταν τη συναισθηματική ανασφάλεια, το φόβο και το άγχος. Πολλές φορές ακόμη η σχέση μας με τον ένα γονέα μπορεί να είναι τόσο τραυματική που αποστρεφόμαστε τελείως από άτομα που μοιάζουν έστω και λίγο σε αυτό το γονέα. Αν, δηλαδή ο πατέρας μας ήταν υπερβολικά νευρικός και ξεσπαγε πάνω μας, θα επιλέξουμε ένα σύντροφο πολύ ήρεμο. Ούτε όμως τώρα θα είμαστε ευτυχισμένοι. Αυτό διότι κάνουμε ουσιαστικά το οιδιπόδειο από την ανάποδη. Η επιλογή μας γίνεται με γνώμονα τα αντίθετα χαρακτηριστικά του γονέα που μας έχει πληγώσει. Η ανάγκη μας να βρούμε ένα γονιό που είναι αντίθετος με το πατέρα μας, ουσιαστικά μας μπλοκάρει από το να δούμε καθαρά τις δικές μας πραγματικές ανάγκες. Τι δηλαδή εμείς θέλουμε από έναν σύντροφο. Είμαστε λοιπόν καταδικασμένοι να διαλέγουμε συντρόφους όμοιους με τους γονείς μας? Να επαναλαμβάνουμε συνέχεια την ίδια ιστορία και τα ίδια συναισθήματα? Είτε η επιλογή μας προσδιορίζεται από οικογενειακά δυσλειτουργικά ή μη πρότυπα , είτε από πλήρη απόρριψή τους, η αντίληψη μας για τις σχέσεις έχει κολλήσει εκεί. Οι δυνατότητές μας να ζήσουμε κάτι το διαφορετικό από αυτό που ήδη έχουμε ζήσει είναι αρκετά περιορισμένες. Συνήθως διαλέγουμε συντρόφους οικείους προς εμάς διότι φοβόμαστε το άγνωστο ή μας φαίνεται περίεργο ή άβολο. Αν όμως εκεί στο άγνωστο κρύβεται όλη η ευτυχία? Μιλώντας με παραδείγματα, μια κυρία έχοντας έναν πατέρα αδιάφορο και αλκοολικό, έκανε 4 αποτυχημένες σχέσεις με άνδρες όμοιους με το πατέρα της. Οι άντρες αυτοί δεν ήταν αλκοολικοί αλλά ήταν επικριτικοί, τεμπέληδες και την έκαναν να νιώθει ανασφάλεια και θλίψη ( όπως παλιά ένιωθε για το πατέρα της). Η πέμπτη σχέση της, ήταν με έναν κύριο πολύ διαφορετικό από τους προηγούμενους και από το πρότυπο της, τον πατέρα της. Όπως ήταν αναμενόμενο ένιωθε άγχος δίπλα του διότι ένιωθε πολύ όμορφα και ασφαλής, κάτι που δεν είχε νιώσει με κανέναν προηγουμένως. Μπορούμε αν θέλουμε να αποκτήσουμε την απόλυτη ελευθερία στις σχέσεις μας μόνο εάν αναγνωρίσουμε τις ταυτίσεις μας, τα δυσλειτουργικά οικογενειακά μας πρότυπα και τις συνδέσεις που κάνουμε με το τώρα. Όπως με όλα τα μεγάλα ζητήματα του ψυχισμού μας, είναι αδιανόητο να καταλάβουμε και να θεραπεύσουμε τον ενήλικο εαυτό μας χωρίς να ανατρέξουμε στον παιδικό μας κόσμο. Τέλος, μπορεί οι εμπειρίες της παιδικής μας ηλικίας να είναι η παλέτα πάνω στην οποία θα χρωματίσουμε τις μεταγενέστερες ερωτικές μας επιλογές αλλά μπορούμε να τις επιλέξουμε. Μπορεί να μας καθορίζουν και να μας επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό αλλά αν μάθουμε και γνωρίσουμε καλά τον εαυτό μας, μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό και να ζήσουμε κάτι πραγματικά όμορφο. Boro.gr
1. ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ Α. Σήμερα τα Φώτα κι ο Φωτισμός, η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός. Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό κάθετ’ η κυρά μας η Παναγιά. Όργανo βαστάει, κερί κρατεί και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί. Αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή, βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί. Ν’ ανεβώ επάνω στον ουρανό, να μαζέψω ρόδα και λίβανο. Καλημέρα, καλημέρα. Καλή σου μέρα, αφέντη με την κυρά. Β. Σήμερα τα Φώτα κι οι Φωτισμοί και χαρές μεγάλες και αγιασμοί. Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό κάθεται η Κυρά μας, η Παναγιά. Σπάργανα βαστάει, κερί κρατεί και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί: - Άγιε Γιάννη, Αφέντη και Βαπτιστή, δύνασαι βαπτίσεις Θεού παιδί; - Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ και τον Κύριό μου παρακαλώ. Ν’ ανέβω πάνω στον ουρανό, να μαζέψω ρόδα και λίβανο. - Άγιε Γιάννη Αφέντη και Βαπτιστή, έλα να βαπτίσεις Θεού παιδί. Ν’ αγιαστούν οι κάμποι και τα νερά, ν’ αγιαστεί κι ο αφέντης με την κυρά. 2. ΣΑΜΟΥ (ΚΑΡΛΟΒΑΣΙ) Ας τόνε κα- ας τόνε καλανταρίσομε και τούτο και τούτο τον αφέντη, πο’ ’χει τσ’ αυλές, πο’ ’χει τσ’ αυλές μαρμαρωτές, τις πόρτες α- τις πόρτες ατσαλένιες. Τους παραστάτ’ς ολόχρυσους και μαργαριταρένιους. Σένα σου πρέπει, αφέντη μου, καρέκλα καρυδένια, για ν’ ακουμπάς τη μέση σου τη μαργαριταρένια. Πολλά είπαμε τ’ αφέντη μας, ας πούμε της κυράς μας, σήκω, κυρά, να στολιστείς, να πας στον Αϊ-Γιάννη. Βάλε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι και του κοράκου το φτερό βάλ’ το καμάρας φρύδι. Πολλά είπαμε και της κυράς ας πούμε και της κόρης, αν έχεις κόρη έμορφη, γραμματικός τη θέλει, αν είναι και γραμματικός, πολλά προικιά γυρεύει. Γυρεύ’ αμπέλια ατρύγητα, χωράφια με τα στάχια, γυρεύει και τη θάλασσα μ’ όλα της τα καράβια. 3. ΣΑΜΟΥ ΤΩΝ ΜΠΕΚΡΗΔΩΝ (ΚΑΡΛΟΒΑΣΙ) Ας τόνε καλαντρίσουμε κι έπειτα ας αρχίσουμε τα κάλαντρα να πούμε, βάλτε μας κρασί να πιούμε. Εμείς κρασί δεν πίνουμε, μόνο που δεν τ’ αφήνουμε γεμάτο το ποτήρι και αυτό για το χατίρι. Κάμνω, λοιπόν, αρχή καλή και του Προδρόμου η ευχή να ’ναι πάντα μαζί σας, έως τέλος της ζωής σας. 4. ΚΡΗΤΗΣ Aύριο είναι τω Φωτώ π’ αγιάζουν οι παπάδες, μέσα στα σπίθια μπαίνουνε και λέν’ τσι εορτάδες. O Iωάννης Bαπτιστής επέρασε και είπε «Χαρίσετέ μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια, ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω στο περβολάκι, να θέσω ν’ αποκοιμηθώ σε μια μηλιά ’πό κάτω, πέφτουν τα μήλα κόκκινα απάνω στην ποδιά μου και τα χρυσά τραντάφυλλα απάνω στα μαλλιά μου». 5. ΠΗΛΙΟΥ (ΠΟΥΡΙ) Α. Αύριο ’ν’ τα Θεοφάνια, γιορτάζουν εκκλησίες και προσκαλούν τους άρχοντες, γέροντες και παιδίες να λάβουν όλοι το λοιπόν με συνδρομή και τάξη τα φοβερά μυστήρια ήρθαν να μας διδάξουν. Κι ο επουράνιος Θεός έστειλε τον Υιόν του να λευτερώσει τον Αδάμ, το πλάσμα το δικό του. Κι εδώ που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραγίσει κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει, να ζήσει χρόνια εκατό και να τα διαπεράσει και από τα εκατό κι εμπρός ν’ ασπρίσει να γεράσει, ν’ ασπρίσει σαν τον Όλυμπο, σαν τ’ άσπρο περιστέρι. Β. Παρακαλώ σας δώστε μι, θέλω να αρχινήσω, τα Φώτα αγάλλω να σας πω, να σας καλησπερίσω. Μηνύματα χαρμόσυνα ήρθαμε να σας πούμε, πως είναι Θεουφάνια αύριο να χαρούμε. Εις Γαλιλαία ήτανε και πάει στον Ιορδάνη, διά να λάβει βάπτισμα από τον Ιωάννη. Εγώ είμαι δούλος Σου, Χριστέ, και πώς να Σε βαπτίσω, την αργυρή Σου κορυφή πώς ημπορώ ν’ αγγίξω; Κι άνοιξαν τα ουράνια και βγήκε περιστέρι και τ’ Άγιο φως κατέβηκε διά να μαρτυρήσει πως ο Χριστός βαπτίστηκε σ’ Ανατολή και Δύση. Παινέματα για τον αφέντη Πολλά ’παμε και των Φωτών, ας πούμε τον αφέντη. Αφέντη μ’, αφεντούτσικε, πέντε φορές αφέντη, πέντε κρατούν το μαύρο σου και δέκα τ’ άλογό σου και χίλιοι παραστέκονται να καβαλικέψ’ αφέντης. Αφέντη μ’, καβαλίκα το αστέρι το μουλάρι, αστέρ’ έχει στο μέτωπο κι αστέρι στα καπούλια κι απάνω εις τη σέλα του τρεις Φραγκοπούλες παίζουν. Η μία παίζει τον ταμπουρά κι η άλλη του ταμπούρλο κι η τρίτη η μικρότερη παίζει με τον αφέντη. Λύσε τ’, αφέντη μ’, λύσε το, το αργυρό μαντήλι κι αν έχεις και γλυκό κρασί, κέρνα τα παλληκάρια, κέρνα τα, αφέντη μ’, κέρνα τα, να πούνε στην υγειά σου και την υγειά σου, αφέντη μου, και την καλή χρονιά σου. Παινέματα για την κυρά Πολλά ’παμε και τον αφέντ’, ας πούμε την κυρά μας. Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά καγκελοφρύδα, κυρά που κάθεσαι ψηλά και γεύεσαι μεγάλα και κουμαντάρεις έμορφα του σκλάβους για να στρώσουν. Στρώστε με, σκλάβοι, στρώστε με την αργυρή μου κλίνη. 6. ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑΣ Aύριον είναι ντω Φωτώ, που ψάλλουν οι παπάδες και που γυρίζουν τα στενά και λέν’ τον Ιορδάνη. Βοήθεια τον έχομε τον Μέγα Ιωάννη, που περεδέχθην ο Χριστός να πά’ να τον βαφτίσει. Ώχου, αφέντη μου Χριστέ, και πώς θα Σε βαφτίσω, που θα καούν τα χέρια μου, σαν το κερί θα λείσουν, και σαν το κιτρολέμονο θα κιτρολεμονίσουν; 7. ΗΠΕΙΡΟΥ Ήρθανε τα Φώτα, καρκαλιέτ’ η κότα, πίσω από την πόρτα τσι φωνάζει ο πέτος, δεν απολογιέται, τσι ρίχνει ένα λιθάρι, την παίρνει στο ποδάρι. Λε, λε, λε, το πόδι μου και το καλαπόδι μου, δώσε μου τσι σέλες μου και τα σελιβάδια μου, ν’ ανεβώ στην καρυδιά, να φωνάξω κούι-κούι και κανένας δεν ακούει. Παίρνω το κλειδί κι ανοίγω, βρίσκω λύκο που χορεύει κι αλεπού που μαγειρεύει. 8. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Ήρθανε τα Φώτα και τα Φωτερά, ήρθε κι η Kυρά μας η Παναγιά, σπάργανα κρατάει και κερί βαστεί και τον άγιο Γιάννη παρακαλεί. Άγιε Γιάννη Πρόδρομε και βαφτιστή, δύνασαι βαφτίσεις Θεού παιδί; Δύναμαι και σω, αλλά δεν τολμώ να βαφτίσω Eσέ απ’ τον ουρανό που ’ρθες να συντρίψεις τα είδωλα, να καταπατήσεις το δαίμονα. 9. ΠΑΤΜΟΥ Kαλημέρα, πάντες, ω αδελφοί, ακούσατε την σήμερον εορτήν. Σήμερον τα Φώτα και εορτή και λαμπρά ημέρα Δεσποτική. Kαλημέρα, καλημέρα, καλή σου μέρα, αφέντη με την κερά. Eν αρχή ως ήρχισεν ο Θεός, έκτισε την γην και τον ουρανόν, ύστερον δε πάλιν από αυτά έκαμε τα ζώα και τα φυτά, έκαμε την θάλασσαν, ποταμούς, τον Mέγα Iορδάνην και αλλουνούς. Kαλημέρα, καλημέρα, καλή σου μέρ’, αφέντη με την κερά. O Aδάμ και η Eύα ημάρτησαν και εις αμαρτίαν υπέπεσαν, την απάτη στον όφι την έριξαν και του Θεού δεν είπαν πως έφταιξαν. Αλλ’ ο όφις ήταν ο διάβολος, των πονηρών δαιμόνων διδάσκαλος. Mα, και Iησούς ο φιλάνθρωπος ήλθεν εις τον κόσμον ως άνθρωπος, διά να λυτρώσει πάντας ημάς από αυτάς τας χείρας τας μυαράς. Και τον Iωάννην εζήτησε και στο βάπτισμά του τον έκραξεν. Iωάννη Πρόδρομε, σε ζητώ στον Mέγαν Iορδάνην να βαφτιστώ. Kαι ο Iωάννης του έλεγε και σφοδρώς το σώμα του έτρεμε. Πώς να Σε βαπτίσω, ω λυτρωτά, όπου η χειρ μου τρέμει και δειλιά, πώς τολμώ να βάλω την χείρα μου εις την κορυφή του Σωτήρα μου. Άφες φόβον, Πρόδρομε, σου ζητώ στον Mέγαν Iορδάνην να βαπτισθώ. Tότε τον βαπτίζει ο Bαπτιστής κι έλαμψεν η έρημος παρευθύς και το Πνεύμα ως είδος περιστεράς και λευκής και ωραίας και καθαράς και φωνή ηκούσθη εκ του Πατρός. Ούτος είν’ υιός μου αγαπητός και τα Xερουβείμ θυμιάζουσι και τα Σεραφείμ τον δοξάζουσι. Διά τούτο πάντες, ω αδελφοί, ακούσατε την σήμερον εορτήν, να την εορτάσωμεν αδελφοί ότι είναι ημέρα Δεσποτική. 10. ΛΗΜΝΟΥ Σήκου, κερά μου, κι άλλαξι, να πας ταχιά στα Φώτα, στα Φώτα, στα Φουτίσματα κι στου Χριστού του λόγου. Ιδώ μας είδαν κι ήρταμι, σι τούτα τα παλάτια, που ’νι τα σπίτια δίπατα, οι αυλές μαρμαρουμένις, τρεις άρχουντις τα φκιάνανι κι οι τρεις αντρειουμένοι, που μέσα μι του μάλαμα κι απ’ όξου μι τ’ ασήμι. 11. ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ (ΜΕΛΙ) Σήμερα είναι των Φωτών, που αγιάζουν οι παπάδες και μες στα σπίτια ψάλλουνε και λέν’ τον Ιορδάνη. Ο Ιωάννης Βαφτιστής εγύρισε και είπε: - Χαρίσατέ μου τα κλειδιά, τα μαργαριταρένια, ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να πιω νερό δροσάτο, να πέσω ν’ αποκοιμηθώ σε μια μηλιά από κάτω, να πέσουν τ’ άνθη απάνω μου, τα μήλα στην ποδιά μου και τα χρυσά τριαντάφυλλα τριγύρω στα μαλλιά μου. Ανήφορος, κατήφορος σε τρία πηγαδάκια κάθονται τρεις μελαχρινές με τα σγουρά μαλλάκια. Η μια κεντά τον ουρανό, η άλλη το φεγγάρι κι η τρίτη η μικρότερη κεντά τον Αϊ-Γιάννη. Κέντα το, κόρη, κέντα το, του Γιάννη το μαντήλι και γέμισέ το ζάχαρη κι άμε το στο πλαστήρι κι απ’ το πλαστήρι στο σχολειό κι απ’ το σχολειό στο σπίτι. 12. ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ Σήμερα είν’ τα Φώτα και οι Φωτισμοί και χαρές μεγάλες κι αγιασμοί. Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό κάθετ’ η κυρά μας, η Παναγιά. Καλημέρα, καλησπέρα, καλή σου μέρα, αφέντη με την κυρά. Μαρμαροκολώνα πελεκητή και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί. Αϊ-Γιάννη, αφέντη και βαπτιστή, βάφτισε και μένα Θεού παιδί. Καλημέρα, καλησπέρα, καλή σου μέρα, αφέντη με την κυρά. Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ και τον Κύριό μου παρακαλώ για να ρίξει δροσιά, δροσιά στη γη, να δροστούν οι βρύσες και τα βουνά, να δροστούν οι βρύσες και τα βουνά, να δροστεί κι ο αφέντης με την κυρά. Καλημέρα, καλησπέρα, καλή σου μέρα, αφέντη με την κυρά. 13. ΙΚΑΡΙΑΣ Σήμερα τα Φώτα και οι Φωτισμοί, εορτή μεγάλη και οι αγιασμοί. Kάτω στον Iορδάνη τον ποταμό κάθετ’ η κυρά μας, η Παναγιά, με τα θυμιατούρια στα δάχτυλα και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί. Άγιε μου Γιάννη και Bαφτιστή, βάφτισε το γιο μου μονογενή. Πώς θέ’ να βαφτίσω Θεού παιδί, αύριο θ’ ανέβω στους ουρανούς, να καταπατήσω τα είδωλα, να καταθυμιάσω τους ουρανούς, και θέ’ να κατέβω στον ποταμό διά να βαφτίσω σε τον Xριστό. Oυρανός εσκίστη, Iησούς Xριστός βαπτίστη. 14. ΘΡΑΚΗΣ Σήμιρα τα Φώτα κι ο Φουτισμός κι χαρά μιγάλη κι αγιασμός. Kάτου στουν Iουρδάνη τουν πουταμό κάθιτ’ η κυρά μας, η Παναγιά, σπάργανα βαστάει, κιριά κρατεί κι τουν άγιου Γιάννη παρακαλεί. Άγιε Γιάννη, αφέντη μου Πρόδρουμι, δύνασι βαφτίσεις Θιού πιδί; Πείγουμι κι θέλου κι προυσκυνώ κι τουν Kύριό μου παρακαλώ, αύριου ν’ ανέβου στουν ουρανό, να καταθυμιάσου τους ουρανούς κι θέ’ να κατέβου στουν πουταμό, για να σι βαφτίσου σε τουν Xριστό, να καταπατήσου τα είδουλα, να καταχουνιάσου τα ζούζουλα, να αγιάσου βρύσις κι τα νιρά, να αγιάσ’, αφέντη μι, την κυρά. 15. ΑΙΓΑΙΟΥ Σήμερον είναι των Φωτών κι αγιάζουνε τον κόσμο. Και οι παπάδες περπατούν με τον σταυρό στο δρόμο. Και μες στα σπίτια μπαίνουνε και λέν’ τον Ιορδάνη βοήθεια να έχετε. Τον Μέγα Ιωάννη εγώ είμαι δούλος σου, Χριστέ. Κι ήρθα να σε βαφτίσω την άχραντη Σου κορυφή. Πώς ημπορώ ν’ αγγέσω. Εξάπλωσεν ο Πρόδρομος το δεξιό του χέρι κι ανοίχτησαν οι ουρανοί κι εφάνη περιστέρι. Άγιο πνεύμα ήτανε κι ήρθε να μαρτυρήσει πως ο Χριστός βαφτίζεται σ’ Ανατολή και Δύση. Να βαφτιστούνε τα νερά, στο πέλαγος να μπούνε και ν’ αρμενίζουν με χαρά και να δοξολογούνε. 16. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Α. Σήμερα ’ν’ τα Φώτα κι Φωτισμός κι χαρές μεγάλες στον Κύριο μας. Αύριο η κυρά μας, η Παναγιά, σπάργανα βασταίνει και γιον κρατεί, με τα θυμιατήρια στα δάχτυλα και τον Άη Γιάννη παρακαλεί: Άη Γιάννη, αφέντη κι Πρόδρομε, δύνασαι βαφτίσεις Θεόν παιδί; Δύνομαι και σώζω και προθυμώ, μες στην κολυμπήθρα την αργυρή, μες στον Ιορδάνη τον ποταμό. Τ’ άκουσ’ η Μητέρα κι δάκρυσι. Σώπα, Κυρ’ Μητέρα, κι μη δακρύ’ς ώσπου ν’ ανεβούμε ‘ςτσι ’φτά ’ρανούς, να καταπατήσουμ’ τα είδωλα, να παρακαλέσουμ’ τον Κύριο μας, να μας ρίξει δρόσο, δροσούλ’ στη γη, ν’ αγιαστούν οι βρύσες κι τα νιρά, ν’ αγιαστεί κι αφέντης μι την κυρά, που ’παιρναν νεράκι κι νίβονταν κι χρυσό μαντλάκι σφουγγίζουνταν. Β. Σήμερα τα Φώτα κι ο φωτισμός κι χαρά μιγάλη στουν Κύργιο μας. Σπάργανο στον ώμο Θεόν κρατεί και τον Άγιο Γιάννη παρακαλεί. Δύνεσ’ άγιο Γιάννη κι Πρόδρομε, δύνεσαι βαφτίσεις Θεόν πιδί, μέσ’ στην κολυμπήθρα την αργυρή, πόπαιρνα νεράκι και νίβομαν, με χρυσό μαντήλι σκουπίζομαν. Άγιασαν οι βρύσες κι τα νιρά, άγιασε κι αφέντης με την κυρά.